Η πρόσφατη δήλωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη από το Καρπενήσι —ότι «θα πάρουμε τα λεφτά πίσω από τους κλέφτες» αναφορικά με τις παράνομες επιδοτήσεις μέσω ΟΠΕΚΕΠΕ— αποτέλεσε αφορμή για μία αιχμηρή ανακοίνωση της Νέας Αριστεράς. Και δικαίως.
Διότι όταν η διαφθορά παρουσιάζεται σαν αποκάλυψη της στιγμής, ενώ έχει χτιστεί εδώ και χρόνια κάτω από την ανοχή ή την υποβοήθηση κρατικών μηχανισμών, τότε οι δηλώσεις περί «επιστροφής των χρημάτων» δεν μοιάζουν με πολιτική κάθαρση. Μοιάζουν περισσότερο με επικοινωνιακή διαχείριση ζημιών.
Η Νέα Αριστερά επισημαίνει το αυτονόητο: το κράτος δεν έχει το περιθώριο να αδιαφορεί για την επιστροφή των χρημάτων που καταχράστηκαν, αφού διαφορετικά κινδυνεύει με επιβολή επιπλέον προστίμων από την Ε.Ε. Όμως το σημαντικότερο στοιχείο της ανακοίνωσης είναι η υπενθύμιση ότι στελέχη της ίδιας της κυβέρνησης εμπόδισαν ουσιαστικά τους ελέγχους που θα μπορούσαν να αποτρέψουν αυτό το σκάνδαλο.
Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση πρώτα αδρανεί, μετά καλύπτει και τελικά —υπό την πίεση Ευρωπαϊκών κυρώσεων ή της κοινής γνώμης— υποκρίνεται τον τιμωρό.
Η Νέα Αριστερά θέτει κι ένα ακόμη κρίσιμο ζήτημα: τα χρήματα που θα ανακτηθούν δεν πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την πληρωμή των προστίμων, δηλαδή για να καλυφθεί η ανεπάρκεια του κράτους, αλλά να επιστραφούν στους πραγματικούς δικαιούχους —τους έντιμους αγρότες που επλήγησαν από τις παράνομες ενισχύσεις προς επιτήδειους. Ανθρώπους που παλεύουν καθημερινά εν μέσω ακρίβειας, υψηλών τιμών ενέργειας και ουσιαστικής πολιτικής εγκατάλειψης.
Η κατακλείδα της ανακοίνωσης, με την προτροπή προς τον πρωθυπουργό «να ξεκινήσει την αναζήτηση των κλεφτών από το στενό του περιβάλλον και τα εξαπτέρυγα της πολιτικής του», είναι σκληρή —αλλά εύστοχη. Δεν αρκεί να καταγγέλλεις το φαινόμενο της διαφθοράς όταν το έχεις θρέψει εσύ ο ίδιος. Δεν είναι αρκετό να στοχοποιείς τους παραλήπτες των παράνομων χρημάτων, χωρίς να αγγίζεις όσους έστησαν το σύστημα που τους εξυπηρετούσε.
Η υπόθεση των αγροτικών επιδοτήσεων δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό κακοδιαχείρισης. Είναι ένα ακόμα επεισόδιο σε ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο, στο οποίο η πολιτική εξουσία παρουσιάζεται ως «εκπληκτικά έκπληκτη» από τα σκάνδαλα που εκκολάπτει και μετά εμφανίζεται ως προστάτης του δημοσίου συμφέροντος.
Το ζήτημα πλέον δεν είναι απλώς να «βρεθούν οι κλέφτες». Το ζήτημα είναι να αποδοθεί ευθύνη και στους πολιτικούς μηχανισμούς που τους ανέχτηκαν ή τους διευκόλυναν.
Και αυτό είναι που φοβάται περισσότερο το σύστημα εξουσίας —την πραγματική λογοδοσία. Ακολουθεί ολόκληρη η ανακοίνωση του γραφείου τύπου της Νέας Αριστεράς:
«Η πρόσφατη δήλωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη από το Καρπενήσι —ότι «θα πάρουμε τα λεφτά πίσω από τους κλέφτες» αναφορικά με τις παράνομες επιδοτήσεις μέσω ΟΠΕΚΕΠΕ— αποτέλεσε αφορμή για μία αιχμηρή ανακοίνωση της Νέας Αριστεράς. Και δικαίως.
Διότι όταν η διαφθορά παρουσιάζεται σαν αποκάλυψη της στιγμής, ενώ έχει χτιστεί εδώ και χρόνια κάτω από την ανοχή ή την υποβοήθηση κρατικών μηχανισμών, τότε οι δηλώσεις περί «επιστροφής των χρημάτων» δεν μοιάζουν με πολιτική κάθαρση. Μοιάζουν περισσότερο με επικοινωνιακή διαχείριση ζημιών.
Η Νέα Αριστερά επισημαίνει το αυτονόητο: το κράτος δεν έχει το περιθώριο να αδιαφορεί για την επιστροφή των χρημάτων που καταχράστηκαν, αφού διαφορετικά κινδυνεύει με επιβολή επιπλέον προστίμων από την Ε.Ε. Όμως το σημαντικότερο στοιχείο της ανακοίνωσης είναι η υπενθύμιση ότι στελέχη της ίδιας της κυβέρνησης εμπόδισαν ουσιαστικά τους ελέγχους που θα μπορούσαν να αποτρέψουν αυτό το σκάνδαλο.
Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση πρώτα αδρανεί, μετά καλύπτει και τελικά —υπό την πίεση Ευρωπαϊκών κυρώσεων ή της κοινής γνώμης— υποκρίνεται τον τιμωρό.
Η Νέα Αριστερά θέτει κι ένα ακόμη κρίσιμο ζήτημα: τα χρήματα που θα ανακτηθούν δεν πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την πληρωμή των προστίμων, δηλαδή για να καλυφθεί η ανεπάρκεια του κράτους, αλλά να επιστραφούν στους πραγματικούς δικαιούχους —τους έντιμους αγρότες που επλήγησαν από τις παράνομες ενισχύσεις προς επιτήδειους. Ανθρώπους που παλεύουν καθημερινά εν μέσω ακρίβειας, υψηλών τιμών ενέργειας και ουσιαστικής πολιτικής εγκατάλειψης.
Η κατακλείδα της ανακοίνωσης, με την προτροπή προς τον πρωθυπουργό «να ξεκινήσει την αναζήτηση των κλεφτών από το στενό του περιβάλλον και τα εξαπτέρυγα της πολιτικής του», είναι σκληρή —αλλά εύστοχη. Δεν αρκεί να καταγγέλλεις το φαινόμενο της διαφθοράς όταν το έχεις θρέψει εσύ ο ίδιος. Δεν είναι αρκετό να στοχοποιείς τους παραλήπτες των παράνομων χρημάτων, χωρίς να αγγίζεις όσους έστησαν το σύστημα που τους εξυπηρετούσε.
Η υπόθεση των αγροτικών επιδοτήσεων δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό κακοδιαχείρισης. Είναι ένα ακόμα επεισόδιο σε ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο, στο οποίο η πολιτική εξουσία παρουσιάζεται ως «εκπληκτικά έκπληκτη» από τα σκάνδαλα που εκκολάπτει και μετά εμφανίζεται ως προστάτης του δημοσίου συμφέροντος.
Το ζήτημα πλέον δεν είναι απλώς να «βρεθούν οι κλέφτες». Το ζήτημα είναι να αποδοθεί ευθύνη και στους πολιτικούς μηχανισμούς που τους ανέχτηκαν ή τους διευκόλυναν.
Και αυτό είναι που φοβάται περισσότερο το σύστημα εξουσίας —την πραγματική λογοδοσία».